Κυρήγματα

Κυριακή του Ασώτου «Εἰς ἑαυτόν δέ ἐλθών εἶπε… Ἀναστάς πορεύσομαι πρός τον πατέρα μου»                                                                                                                                                                 Η Κυριακή αυτή, δεύτερη του Τριωδίου, ονομάζεται Κυριακή του Ασώτου από την ομώνυμη παραβολή, όπως μας την διηγείται ο ευαγγελιστής Λουκάς. Η παραβολή αυτή ειπώθηκε από τον Κύριο για να δείξει το μέγεθος της ευσπλαχνίας και της αγάπης του Θεού Πατέρα προς κάθε αμαρτωλό που μετανοεί και επιστρέφει στην πατρική αγκαλιά. 

Ο Κύριος με την  παραβολή αυτή μας διδάσκει ότι η απελπισία είναι μεγάλη αμαρτία που οδηγεί τον άνθρωπο στον πνευματικό και σωματικό θάνατο. Μην απελπιζόμαστε, για όλους υπάρχει σωτηρία. Και ο μεγαλύτερος αμαρτωλός μπορεί να σωθεί, αρκεί να το θελήσει.

Ο νεότερος υιός της παραβολής «λιμ πόλλυται», πεθαίνει. Μετά την διασκόρπιση της περιουσίας που του έδωσε ο πατέρας του στις ασωτίες και στις ποικίλες αμαρτίες, βρίσκεται να βόσκει χοίρους. Βρίσκεται σε δεινή κατάσταση. Όλοι οι φίλοι του τον ξέχασαν, δεν έχει φαγητό, ζει μια φρικτή κατάσταση.

Ποιος άλλος θα τον απαλλάξει και θα τον σώσει απ’ αυτή την οικτρά κατάσταση που βρίσκεται; Ποιος θα τον σώσει από τον βέβαιο θάνατο, που αργά και σταθερά πλησιάζει; Ποιος είναι εκείνος που θα τον φέρει πίσω στο πατρικό του σπίτι και στην αγκαλιά του πατέρα του;

Κανείς άλλος, εκτός από τον εαυτό του. Μόνο η θέληση του και ο προσωπικός του αγώνας μπορούν να πραγματοποιήσουν αυτό το μεγάλο άλμα. Και ο  άσωτος υιός βρίσκει τη δύναμη, το κουράγιο και το κάνει. Αφήνει την αμαρτία, αφήνει την άσωτη ζωή και επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι.

Ο άσωτος υιός από την στιγμή που έφυγε από την ζεστή πατρική αγκαλιά δεν έχει άλλη συντροφιά, παρά μόνο την αμαρτία. Η αμαρτία τον έκανε δούλο της. Ο νους του δεν σκέπτεται τίποτε άλλο. Το παν γι’ αυτόν είναι η αμαρτία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σκοτισθεί ο νους του, να σταματήσει να σκέπτεται ορθά, λογικά. Το πρώτο που πρέπει να κάνει είναι να επανακτήσει την κυριαρχία του νου του και της λογικής του. Και πραγματικά το κάνει. «Ες αυτόν λθών», βλέπει την τραγικότητα της καταστάσεως του, διαπιστώνει ότι η αμαρτία του είχε αφαιρέσει κάθε στοιχείο πνευματικότητας. Είχε κατορθώσει η αμαρτία ν’ αποκοιμίσει τον ακοίμητο φρουρό κάθε ανθρώπου, το νου του και τον είχε οδηγήσει στο μεγάλο κατρακύλισμα. Είπε φεύγοντας από το σπίτι του να χαρεί και να ζήσει τη ζωή του, όμως οδηγήθηκε στα πλοκάμια του θανάτου. Γιατί η αμαρτία οδηγεί κατ’ ευθείαν στο θάνατο.

Μακάρι να μπορούσαν όλα τα θύματα της αμαρτίας να κάνουν την διαπίστωση αυτή και να σωθούν. Να μπορούσαμε να δούμε σε τι φοβερό κατάντημα οδηγεί η αμαρτία. Να μπορούσαμε να ξυπνήσουμε από τον θανατηφόρο λήθαργο της αμαρτίας και να συνέλθουμε όπως ο άσωτος υιός της παραβολής.

Όμως ο άσωτος δεν έμεινε μόνο στην διαπίστωση της τραγικής καταστάσεως του. Έκανε και το δεύτερο μεγάλο βήμα. Πήρε την μεγάλη απόφαση. Σηκώθηκε και επέστρεψε στον πατέρα του. «ναστάς πορεύσομαι πρός τον πατέρα μου», είπε. Και αυτό δεν έμεινε ένας απλός λόγος, μια απλή απόφαση. Έγινε πραγματικότητα. Έφυγε από τον τόπο στον οποίο ζούσε βόσκοντας χοίρους και πήρε το δρόμο για το σπίτι του στοργικού πατέρα. Με σταθερή απόφαση και συγκεκριμένο σκοπό πορεύεται προς τον πατέρα του.

Ο ίδιος πατέρας, ο Θεός του Ουρανού, παραμένει στοργικός για τον κάθε άνθρωπο, για τον κάθε αμαρτωλό, τον άσωτο κάθε εποχής και κάθε ηλικίας. Παραμένει πατέρας για όλους μας. Εκείνο που μένει για μας είναι να κάνουμε ότι έκανε ο άσωτος υιός της παραβολής. Αφού τον μιμηθήκαμε στην αμαρτία και στον πνευματικό θάνατο, να τον μιμηθούμε και στην πορεία προς τον Θεό και Πατέρα μας. Να σηκωθούμε κι εμείς από τον τόπο της αμαρτίας, από τη «χώρα καί τη σκιά θανάτου» μέσα στην οποία ζούμε και να ξεκινήσουμε. Να κάνουμε μια ανάσταση, μια ηρωική προσπάθεια να απαρνηθούμε ότι μας συνδέει με την αμαρτία.

Ο καθημερινός μας αγώνας να είναι πως η καρδιά μας θα ελευθερωθεί από τις σαρκικές επιθυμίες, από το μίσος, την αδικία, την φιλοχρηματία, από τον εγωισμό που είναι η μητέρα κάθε εφάμαρτου πάθους. Ο αγώνας αυτός δεν θα είναι εύκολος. Πολλές φορές θα αποκάμουμε στην προσπάθεια για απαλλαγή του παλαιού ανθρώπου, του ανθρώπου της αμαρτίας. Η αμαρτία και ο διάβολος δεν παραδίδονται εύκολα και αμαχητί. Τότε ακριβώς που θα νιώθουμε τον εαυτό μας να μην έχει δύναμη να συνεχίσει τον αγώνα του, τότε ακριβώς θα χρειαστεί να στρέψουμε τα μάτια και την καρδιά μας στον Εσταυρωμένο Ιησού Χριστό. Σ’ Εκείνον που ήλθε στη γη με μοναδικό σκοπό τη σωτηρία μας. Μόλις στρέψουμε το βλέμμα μας στον Χριστό θα δούμε στα μάτια του με πόση στοργή μας περιμένει. Δεν παύει ποτέ να μας περιμένει, όσες αμαρτίες κι αν έχομε διαπράξει.

Ο Χριστός μας δέχεται όλους, όπως και τον άσωτο. Αρκεί να τρέξουμε κοντά του. Να αφήσουμε τα βάρη των αμαρτιών που μας  καθηλώνουν και δεν μας αφήνουν να τρέξουμε για να γίνουμε ελαφροί στο σώμα και στο πνεύμα.

Ο Χριστός με το άγρυπνο πατρικό του βλέμμα μας παρακολουθεί με στοργική αγάπη και έχει την αγκαλιά του πάντοτε ανοικτή. Θέλει να μας αγκαλιάσει, να μας καταφιλήσει και να μας ντύσει με τη στολή της αφθαρσίας. Έχει έτοιμο το τραπέζι της ευφροσύνης, το Σώμα και το Αίμα Του και μας περιμένει.

Ας αφήσουμε κάθε γήινο και κοσμικό φρόνημα και ας τρέξουμε σαν τα μικρά παιδιά στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα. Μας περιμένει με πολύ υπομονή. Ας του δώσουμε αυτή τη χαρά της επιστροφής μας από την άσωτη και αμαρτωλή ζωή, στη ζωή της θείας ευφροσύνης και μακαριότητας, χωρίς καθυστέρηση και αναβολή. Και τότε θα ακούσομε από το Πανάχραντο στόμα Του να λέει στους αγγέλους: «ξενέγκατε τήν στολήν τήν πρώτην καί νδύσατε ατόν, καί δότε δακτύλιον ες τήν χερα ατο καί ποδήματα ες τούς πόδας, καί νέγκαντες τόν μόσχον τόν σιτευτόν θύσατε, καί φαγντες εφρανθμεν, τι οτος υός μου νεκρός ν καί νέζησε, καί πολωλώς ν καί ερέθη» «βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε». 

ΑΜΗΝ.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΣΑΙΟΥ 

Μέ τήν παραβολή τοῦ τελώνου καί τοῦ φαρισαίου, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀνοίγει τό Τριώδιο. Μία κατανυκτική περίοδος, τό στάδιο τῶν ἀρετῶν. Ὅλοι ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά ἀδιαφοροῦμε, νά κωφεύουμε στήν φωνή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά νά ἐντείνουμε τίς προσπάθειές μας, τόν πνευματικό μας ἀγώνα. Νά ἀποφεύγουμε ὃ,τι ἁμαρτωλό κάνει ὁ κόσμος καί νά ἀκολουθήσουμε ὃ,τι ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία καί περιμένει ἀπό ἐμᾶς ὁ Θεός.

Ἄν εἴχαμε σήμερα μία φωτογραφική μηχανή, θά φωτογραφίζαμε δύο τύπους. Θά βλέπαμε τόν φαρισαῖο νά φαντάζει μέ τό ἐπιβλητικό παράστημά του στό κέντρο τοῦ ναοῦ. Τόν ἄλλο, τόν τελώνη, μόλις θά τόν διακρίναμε σέ κάποια γωνιά σκυμμένο καί ντροπαλό. Καί ἐρωτῶ, ἄν ἐξετάζαμε τόν φαρισαῖο σέ κάποια μαθήματα, σέ διάφορους τομεῖς τῆς ζωῆς του, τί βαθμό θά τοῦ βάζαμε;

Π.χ. στό μάθημα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ. Εἶναι πολύ δύσκολο μάθημα στήν ἐποχή μας. Ἀπό τούς ἑκατό βαπτισμένους χριστιανούς μόλις δύο μέ τρεῖς ἐκκλησιάζονται κάθε Κυριακή. Καί αὐτοί δέν γνωρίζω μέ πόση ὄρεξη ἔρχονται καί πῶς συμμετέχουν στή λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ φαρισαῖος δίνει τό παρόν ἀνελλιπῶς. Εἶναι κάθε Σάββατο στή λατρευτική σύναξη. Λοιπόν δέν τοῦ ἀξίζει ἕνα ἂριστα;

Στό μάθημα τῆς θρησκευτικότητας. Οἱ περισσότεροι σήμερα ἔχουν ἂλλα ἐνδιαφέροντα: κοσμικά, οἰκονομικά, πολιτικά, ἀθλητικά κ.ἄ. Λίγοι ἔχουν θρησκευτικά ἐνδιαφέροντα. Ἐλάχιστοι ἀσχολοῦνται μέ πνευματικά θέματα, μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, μέ τά κατηχητικά , μέ ἁγιογραφικούς κύκλους κλπ. Ὁ φαρισαῖος εἶναι καθαρά θρησκευτικός τύπος. Ἀνήκει στήν θρησκευτική ἀριστοκρατεία, στήν ἀφρόκρεμα τῶν Ἑβραίων. Εἶναι ἀφιερωμένος στόν Θεό. Ἡ ζωή του πάντοτε στρέφεται γύρω ἀπό τόν Θεό. Δέν τοῦ ἀξίζει ἄριστα;

Στό μάθημα τῆς τιμιότητας. Οἱ περισσότεροι σκοπό τῆς ζωῆς τους ἔχουν τό σύνθημα: «ἃρπαξε νά φᾶς καί κλέψε γιά νά ἔχεις». Οἱ πιό πολλοί πλουτίζουν μέ ψέματα, μέ ἀδικίες,  μέ κλοπές καί ἁρπαγές, μέ παρανομίες καί οἰκονομικά σκάνδαλα. Λίγοι ζοῦν μέ τόν τίμιο ἱδρώτα τους. Σ᾿ αὐτούς ἀνήκει ὁ φαρισαῖος. Τόν ἀκοῦμε νά τό λέγει: « Οὐκ εἰμί ὣσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων ἃρπαγες, ἄδικοι...». Πάλι τοῦ ἀξίζει ἄριστα!

Στό μάθημα τῆς ἠθικῆς. Κι᾿ αὐτό δύσκολο γιά τήν ἐποχή μας, γιατί δυστυχῶς οἱ περισσότεροι σήμερα ἀπό νέοι ζοῦν βίο ἄσωτο καί ἀνήθικο. Βαρύνονται  μέ ἠθικές παρεκτροπές καί πρό τοῦ γάμου καί μετά τόν γάμο. Καί μάλιστα προκαλοῦν καί καυχῶνται πού ποδοπατοῦν τό στεφάνι τους. Λίγοι εἶναι οἱ πιστοί στό γάμο τους, τά ἠθικά στοιχεῖα. Μέσα σ᾿ αὐτούς ἀνήκει καί ὁ φαρισαῖος. Ἦταν σώφρων καί ἄγαλμα τῆς ἠθικῆς. Νά ἕνα ἀκόμη ἄριστα. Τοῦ ἀξίζει ὁ δίκαιος ἒπαινος.

Στό θέμα τῆς νηστείας. Δύσκολο γιά τούς πολλούς, πού ἒχουν θεοποιήσει τήν γαστέρα τους. Λίγοι τηροῦν τίς νηστεῖες, ὃπως ὥρισε ἡ Ἐκκλησία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι σάν πνευματική ἄσκηση. Ὁ φαρισαῖος νήστευε κανονικά, ὃπως ὣριζε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. «Νηστεύω δίς τοῦ Σαββάτου», ὁμολογεῖ. Νηστεύει δύο ἡμέρες τήν ἑβδομάδα. Ἔτσι παίρνει ἕνα ἀκόμη ἂριστα.

Στό μάθημα τῆς προσευχῆς. Βαρύ κι᾿ αὐτό καί δύσκολο. Ὧρες ὁλόκληρες νά συζητοῦμε μέ ἂλλους γιά χαζά καἰ ἀνούσια πράγματα, δέν λέμε νά σταματήσουμε. Ὃταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς καί πρόκειται νά συνομιλήσουμε μέ τόν Θεό, τότε μᾶς βρίσκουν ὃλα. Τότε εἴμαστε κουρασμένοι, τότε πονᾶμε, τότε ἔχουμε δουλειές καί δέν ἔχουμε χρόνο κ.ο.κ. Ἀκόμη καί μέσα στήν Ἐκκλησία,  τήν ὥρα τοῦ φρικτοῦ Μυστυρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας λίγοι προσεύχονται. Ὁ φαρισαῖος, μᾶς λέγει τό ἱ. Εὐαγγέλιο, «ἀνέβη εἰς τό ἱερόν προσεύξασθαι». Ἀκόμη ἕνα ἄριστα.

Στό μάθημα τῆς ἐλεημοσύνης. Οἱ περισσότεροι χριστιανοί πῆραν διαζύγιο ἀπό τήν ἐλεημοσύνη. Τούς ἀκοῦμε νά λένε: σήμερα δέν ὑπάρχουν φτωχοί.Ἤ κι᾿ ἐγώ εἶμαι φτωχός, κι᾿ ἐγώ ἔχω ἀνάγκη. Ἔτσι νομίζουν πώς δικαιολογοῦνται καί ἀπαλλάσονται τῆς εὐθύνης. Σχεδόν ὅλοι κοιτάζουν τί θά πάρουν καί ὂχι τί θά δώσουν. Ἐλάχιστοι ἔχουν τρύπια χέρια, πού προσφέρουν καί ἐλεοῦν. Ὁ φαρισαῖος ἔκαμνε τακτική καί γενναία ἐλεημοσύνη, ὅπως ζητοῦσε ὁ Θεός στήν Π. Διαθήκη. «Ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι». Ἀπό ὅ,τι ἔβγαζε ἔδινε τό ἕνα δέκατο. Ἀσφαλῶς τοῦ ἀξίζει ἄριστα. Σέ ὃλα τά μαθήματα τοῦ βάζουμε ἄριστα.

Ἀλλά ξαφνικά κάποιος ἐπεμβαίνει καί τά ἀνατρέπει ὃλα. Ἀλλάζει τήν βαθμολογία, τήν κατεβάζει ἐπικίνδυνα. Καί αὐτός εἶναι ὁ Μέγας Διδάσκαλος καί Παιδαγωγός, ὁ Καθηγητής, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ ἀλάθητος καί ἀδέκαστος Κριτής, πού ἐξετάζει σέ βάθος. Εἶναι «ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς καί τά κρύφια τῶν ἀνθρώπων σαφῶς ἐπιστάμενος».  Τί βαθμό ἔβαλε; Ὂχι ἄριστα, ὂχι τήν βάση ἢ κάτω ἀπό τήν βάση, μά κάτω ἀπό τό μηδέν. Τρομάζουμε μέ τό ἀποτέλεσμα. Ἄν ἕνας μέ τόσες ἀρετές δέν σώθηκε, τότε ποιός θά σωθεῖ; τί θά γίνει με μᾶς, ἀδελφοί μου; Γιατί ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ὁ φαρισαῖος καταδικάσθηκε ἀπό τόν Χριστό;

Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Ὑπάρχει ἕνα θηρίο, ἓνα τέρας, πού δέν τρώγει, δέν καταβροχθίζει ἀνθρώπους, ἀλλά ἀρετές. Καί τό θηρίο αὐτό λέγεται κενοδοξία,  λέγεται ἐγωϊσμός καί ὑπερηφάνεια.  Ὃ,τι καλό κάνουμε, τό κατατρώγει ἡ κενοδοξία καί ἔτσι δέν φέρνει καρπούς καί ἀποτελέσματα. Ἡ ἀρετή μας, τά καλά μας ἔργα πρέπει νά ἀποβλέπουν στή δόξα τοῦ Θεοῦ καί ὂχι στήν δική μας δόξα. Ἡ ἀρετή μας ἀποσκοπεῖ στόν ἔπαινο καί στό χειροκρότημα ἀπό  τόν Θεό καί τούς Ἀγγέλους, ὄχι στό χειροκρότημα τοῦ κόσμου. Κίνητρο τῶν πράξεών μας εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὂχι ἡ κενοδοξία, ἡ ἀνθρωπαρέσκεια.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

ὁ φαρισαῖος μέ τόσες ἀρετές καταδικάσθηκε, χάθηκε.Τί θά γίνει μέ μᾶς πού καί κενοδοξία ἔχουμε καί ἀρετές δέν ἔχουμε; Ὁ φαρισαῖος εἶχε πολλές ἀρετές. Μία δέν εἶχε τήν ταπείνωση, γι᾿ αὐτό καί χάθηκε. Ἀντίθετα ὁ τελώνης εἶχε ἁμαρτίες, μά σώθηκε. Γιατί; Γιατί εἶχε ταπείνωση. Ὁ δρόμος πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν σωτηρία εἶναι ἡ ταπείνωσις. Ἐμεῖς μέ ταπείνωση ἄς ἐπιτελοῦμε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τόν φαρισαῖο ἄς πάρουμε τίς ἀρετές. Ἀπό τόν τελώνη τήν ταπείνωση. Ἔτσι θά ἀξιωθοῦμε τῆς αἰωνίου δόξης στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.-

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή ΙΕ΄ Λουκά

Κάθε χρόνο λίγο πριν ανοίξει το Τριώδιο, ακούμε στις Εκκλησίες μας το ευαγγελικό ανάγνωσμα του Ζακχαίου. Ο Ζακχαίος ζητούσε να δει ποιος είναι ο Ιησούς. Όπως όλοι μας έτσι κι αυτός σίγουρα θα είχε ακούσει για τον Χριστό, για τον Κύριο. Όμως επιθυμούσε να μάθει περισσότερα. Είχε μια λαχτάρα να Τον συναντήσει, να Τον αντικρύσει, να Τον γνωρίσει προσωπικά.
Ο πόθος του βαθύς, φλόγιζε τα στήθη του. Καμία φιλία, καμία γνωριμία με τόσους αξιωματούχους που είχε λόγω του αξιώματός του δεν τον ικανοποιούσαν. Η κουρασμένη ψυχή του από τις αδικίες που διέπραξε στρέφεται τώρα επίμονα προς τον θείο Διδάσκαλο.
Ο πόθος καίει άσβεστος να συνδεθεί οπωσδήποτε με τον Χριστό. Κι ο πόθος αυτός αναδεικνύει τον μικρόσωμο αυτό άνθρωπο, γίγαντα της αποφασιστικότητας, που θα ξεπεράσει και θα νικήσει κάθε εμπόδιο.
Ποιο είναι όμως το μεγάλο εμπόδιο, που πρέπει να υπερπηδήσει για να δει τον Χριστό;
Το ανθρώπινο πλήθος που συνοδεύει τον Χριστό εμποδίζει τον μικρόσωμο αρχιτελώνη Ζακχαίο όχι μόνο να συναντήσει αλλά και να δει ακόμα τον Χριστό. Κάποιος άλλος στη θέση του ίσως να απογοητευόταν και να υποχωρούσε.
Η καρδιά όμως του Ζακχαίου δεν γνώριζε εμπόδια. Όπως μάς λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς «προδραμών», έτρεξε δηλαδή από άλλους διαφορετικούς δρόμους μπροστά από το πλήθος. Χωρίς να λογαριάζει τι θα πουν οι άλλοι, που τον έβλεπαν να τρέχει, έναν με μια τέτοια υψηλή κοινωνική θέση. Ούτε λογαριάζει τι θα πουν οι άλλοι βλέποντάς τον να ανεβαίνει στην συκομορέα. Δεν ντρέπεται να ανέβει πάνω σ’ ένα δέντρο για να δει από εκεί τον Χριστό.
Το αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο να αντικρύσει τον Χριστό αλλά και ο ίδιος να γίνει θεατός από τον Χριστό. Όταν ο Χριστός τον πρόσεξε, δεν τον επαίνεσε αμέσως για το ζήλο του, αλλά του ζήτησε να κατέβει κάτω, να πατήσει στο έδαφος αν ήθελε να Τον συναντήσει.
Ευλογημένη η στιγμή αυτή για τον Ζακχαίο. Όταν η καρδιά του ανθρώπου ποθεί να δει, να γνωρίσει, να συνδεθεί με τον Σωτήρα Χριστό, τα πάντα συντρίβονται, εκμηδενίζονται, θεωρούνται σκύβαλα.
Λίγοι είναι οι άνθρωποι όμως που στις ημέρες μας ζούν τέτοιες μεγάλες ώρες στην πνευματική τους ζωή.
Κι αν μέσα τους για ένα διάστημα καίει η φλόγα του πόθου να γνωρίσουν τον Κύριο, κι αν αισθάνονται την ανάγκη να συνδεθούν μαζί του με την μετάνοια, να τον κάνουν μόνιμο ένοικο της ψυχής τους με την θεία Ευχαριστία, να ζήσουν σύμφωνα με τις θείες Του εντολές, γρήγορα κάμπτονται μπροστά στα εμπόδια που παρουσιάζονται.
Πολύς όχλος γύρω τους, τα πλήθη που συνήθως αδιαφορούν στα ουράνια μηνύματα, που ειρωνεύονται, τους σβήνουν κάθε φλόγα, τους κλείνουν τον δρόμο προς τον Κύριο, προς την σωτηρία.
Γιατί; Θα ρωτήσει κάποιος. Γιατί οι ίδιοι μέσα τους, στο βάθος της καρδιάς τους αφήνουν την μικροψυχία να τους υπονομεύει. Εκείνο που τους λείπει είναι η φλογερή πίστη και ο θερμός πόθος να συνδεθούν με τον Κύριο του ουρανού και να ζήσουν σύμφωνα με τις θεϊκές εντολές Του και γι’ αυτό δεν διαθέτουν αποφασιστικότητα. Δεν έχουν την δύναμη, δεν έχουν την τόλμη να τρέξουν μπροστά από τον όχλο και να ανέβουν σε κάποιο δέντρο.
Το τι «θα πει ο κόσμος», το πώς «θα με κρίνουν οι γύρω μου», το «δεν μπορώ να πάω αντίθετα στο ρεύμα», όλα αυτά και πολλά άλλα κρατούν μακριά από τον Χριστό τόσους και τόσους σύγχρονους Ζακχαίους. Άνθρωποι που αδίκησαν, που πλούτισαν άνομα, άνθρωποι που καταπάτησαν την τιμή της οικογένειάς τους, που έζησαν μια ζωή ασωτίας και θα ήθελαν να συνδεθούν μέσω των ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας μας με τον Κύριο, δεν κάνουν το αποφασιστικό εκείνο βήμα, δεν ανεβαίνουν σε μια «συκομορέα», για να μην θεωρηθούν «ἀποσυνάγωγοι», για να μην ακούσουν την ειρωνεία των συναδέλφων τους, των συγγενών τους.
Και μένουν έτσι αποξενωμένοι από τον Χριστό, μακριά από την Εκκλησία του. Λίγοι είναι εκείνοι που ακολουθούν τον Ζακχαίο στην πορεία του. Μια πορεία που περιφρονεί τα πάντα και πετυχαίνει τον σκοπό της.
Όπως για τον αρχιτελώνη Ζακχαίο έτσι και γι’ αυτούς τα εμπόδια αντί να γίνουν λίθοι προσκόμματος, μεταβάλλονται σε πέτρινα σκαλοπάτια πάνω στα οποία θα πατήσουν για να ανυψωθούν στην πραγματοποίηση του ιδανικού τους. Είναι τόσο βαθύς ο πόθος τους να γνωρίσουν τον Κύριο, να συνδεθούν μαζί Του, που κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να τους κλείσει τον δρόμο. Να σταματήσουν για τον όχλο; Μα ο όχλος αυτός είναι μακριά από τον Θεό, είναι τυφλοί μπροστά στο θείο φως. Αυτούς λοιπόν θα ακούσουν και για χάρη τους θα μείνουν ακόμα μακριά από την Εκκλησία και τα Μυστήριά της; Όχι, βέβαια. Θα τρέξουν, θα κοπιάσουν, θα ανεβούν πάνω σ’ ένα δέντρο, με παρρησία θα ομολογήσουν ότι αλλάζουν ζωή, ότι εγκαταλείπουν τον δρόμο της αδικίας και της ασωτίας, έστω κι αν τους ειρωνευθούν.
Αυτοί είναι που αναζητούν την πραγματική ειρήνη, την γαλήνη της συνείδησης τους, την εκπλήρωση του πόθου τους και αφού είναι πεπεισμένοι ότι κοντά στον Κύριο και Θεό τους αυτά εκπληρώνονται, θα φθάσουν οπωσδήποτε στο θείο λιμάνι.
Η πορεία αυτή είναι δύσκολη. Τα εμπόδια πολλά, ορατά και αόρατα. Όμως πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι στο τέρμα αυτής της πορείας, μας αναμένουν τα ουράνια δώρα της Βασιλείας των Ουρανών.
Ας κρατήσουμε φυλαγμένη μέσα στην καρδιά μας την ιστορία του Ζακχαίου. Ας έχουμε στο μυαλό μας πως ο Χριστός ζητά να μας γνωρίσει και ότι δεν πρέπει να αφήνουμε τίποτα να σταθεί εμπόδια σ’ αυτή τη συνάντηση. Αρκεί να αναγνωρίσουμε και να διαπιστώσουμε τα λάθη και τις παρεκτροπές μας. Να αποτινάξουμε τη νάρκη που μάς εμποδίζει στην προσπάθεια για ενάρετη ζωή. Το κλειδί της ευτυχίας είναι στα χέρια μας. Ας ακούσουμε τη φωνή της καρδιάς μας. Ο Ιησούς Χριστός και το Ευαγγέλιό Του είναι η λύτρωση. Αυτός ζητάει να συναντήσει τον άνθρωπο, τον καθένα μας. Ζητάει να λούσει τη ζωή μας, τις επιδιώξεις μας, τις οικογένειές μας με τη χάρη Του. Ας ανταποκριθούμε σ’ αυτή την θεϊκή εκζήτηση. Ας μη διστάσουμε. Αξίζει να χαρίσουμε στον εαυτό μας την απόλαυση αυτή. Αμήν.
 

Θεοφάνεια (6 Ιανουαρίου)


Εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία την μεγάλη εορτή των Θεοφανίων, δηλαδή της Βαπτίσεως του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη. Και ονομάζεται Θεοφάνεια τούτο το γεγονός, διότι φανερώνεται στον κόσμο ο Τριαδικός Θεός και η παρουσία του Χριστού επί της γης, με σκοπό την σωτηρία των ανθρώπων. Με τη Γέννηση του Χριστού έχουμε την απαρχή της παρουσίας του Θεού επί της γης, με τα Θεοφάνια όμως γίνεται η φανέρωση της παρουσίας Του και μετά τη Βάπτιση αρχίζει ουσιαστικά το σωτήριο έργο και η διδασκαλία του Χριστού.
Έρχεται ο Ιησούς στον Ιορδάνη, εκεί που ο Ιωάννης ο Πρόδρομος κήρυττε μετάνοια και βάπτιζε το λαό, και του ζητά να βαπτίσει και τον ίδιο. Εκείνος όμως τον εμπόδιζε, λέγοντάς Του ότι ο ίδιος είχε ανάγκη από το βάπτισμα του Θεανθρώπου. Τότε ο Ιησούς του απάντησε ότι έτσι πρέπει να γίνει, και να μη φέρει αντιρρήσεις. Και τούτο, για να φανερωθεί στη συνέχεια η θεότητα του Ιησού. Υποχώρησε ο Ιωάννης, και μόλις ο Χριστός βαπτίστηκε, “ευθύς ανέβη από του ύδατος”, και ο Ιορδάνης “εστράφη εις τα οπίσω”, δείχνοντας με το θαύμα αυτό ότι όντως ο Χριστός ως μόνος αναμάρτητος δεν είχε ανάγκη το βάπτισμα της μετανοίας, ούτε τον συμβολικό εξαγνισμό του ύδατος. Παράλληλα, άνοιξαν οι ουρανοί και το Πνεύμα του Θεού, “εν είδει περιστεράς”, ήλθε επάνω από τον Χριστό, και ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που έλεγε “ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ηυδόκησα”.
Αυτή η φωνή του Θεού, έχει διπλό περιεχόμενο. Δηλώνει καταρχήν ότι όντως ο Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού, που σαρκώθηκε, δίδαξε, έπαθε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε, “υπέρ της του κόσμου σωτηρίας”. Είναι ο Υιός του Θεού, στον οποίο το Πνεύμα του Θεού αναπαύεται, το Πνεύμα της αληθείας και της ειρήνης. Και δεύτερον ότι είναι ο Υιός του Θεού, στον οποίο ο Πατέρας “ευδόκησε”, δηλαδή συγκατατέθηκε με χαρά στο να πραγματώσει το έργο της σωτηρίας.
Πρώτη φορά ακούμε τη λέξη αυτή στη Γέννηση του Χριστού, όταν οι άγγελοι ψάλλουν το “Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία”, δηλαδή χαρά και ευφροσύνη για τους ανθρώπους, και απαλλαγή από τη θλίψη και την απελπισία. Σήμερα ο ίδιος ο Θεός Πατήρ δηλώνει ότι ευφραίνεται, διότι φανερώνεται επίσημα πλέον η παρουσία του μονογενούς του Υιού στη γη, και γίνεται πράξη η ελπίδα όλου του κόσμου. Ο Χριστός βαπτίζεται στον Ιορδάνη, και ταυτόχρονα τελειώνει το βάπτισμα του Ιωάννη, που ήταν βάπτισμα μετανοίας και αφέσεως αμαρτιών, και αρχίζει η περίοδος της χάριτος του Θεού, της αποκαταστάσεως της αγάπης στις καρδιές των ανθρώπων, του βαπτίσματος εν Αγίω Πνεύματι.
Αυτά είναι και τα στάδια που οφείλει να ακολουθήσει η προσωπική μας πνευματική ζωή. Η μετάνοια, η εξομολόγηση και η πνευματική μας αναγέννηση με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όσο ο άνθρωπος παραμένει εγκλωβισμένος από το σκοτάδι της αμαρτίας και των προσωπικών του παθών, είναι αδύνατο να προσεγγίσει και να κατανοήσει τον Θεό. Χρειάζεται επομένως η μετάνοια, η αλλαγή δηλαδή του τρόπου με τον οποίο σκεπτόμαστε και στη συνέχεια η εξομολόγηση και η συγγνώμη. Δεν είναι τυχαίο που ο Χριστός, όταν αμέσως μετά την Βάπτισή Του στον Ιορδάνη άρχισε το δημόσιο κήρυγμά Του, χρησιμοποίησε τα ίδια ακριβώς λόγια του Ιωάννη του Βαπτιστή: “Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η Βασιλεία των Ουρανών”[1]. Μέσα πάλι από τα Ευαγγέλια βλέπουμε ότι ενώ δεν κατέκρινε τον αμαρτωλό, έδινε προτεραιότητα στη μετάνοια, στην επιστροφή του ανθρώπου κοντά στον Θεό, στην απαλλαγή του από την αμαρτία, στην πνευματική του μεταστροφή και μεταμόρφωση. Αλλά και κατά την Ανάληψή Του, λέει στους αγίους Αποστόλους να κηρύξουν την μετάνοια σε όλα τα έθνη[2].
Την ίδια προτροπή κάνει διαχρονικά σε όλους μας, σε όσους επιθυμούν ειλικρινά να Τον ακολουθήσουν, να Τον ενστερνιστούν, να Τον συμπεριλάβουν στη ζωή τους, να γίνουν μέτοχοι του σώματός Του και κοινωνοί της ζωοποιού χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Ο ρόλος μας δεν είναι να παραμείνουμε απλοί θεατές του θαύματος, αλλά μέτοχοι του Βαπτίσματος, του Σταυρού και της Αναστάσεώς Του. Να αφήσουμε σε δεύτερη μοίρα τα βιοτικά, χωρίς βέβαια να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με τα απαραίτητα, αλλά και χωρίς να τα θεωρούμε ως το βασικό σκοπό της ύπαρξής μας. Να βάλουμε “αρχή μετανοίας” στη ζωή μας, και να αναζητήσουμε στην καθημερινότητά μας την παρουσία Του και την ευλογία Του, που έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει τη ζωή μας.
Τότε μόνον θα έχουν αξία οι εορτές του Αγίου Δωδεκαημέρου, που ξεκινά από τα Χριστούγεννα και τελειώνει σήμερα, όταν έστω και λίγο αγγίξουν την ψυχή μας, όταν για την αγάπη του Θεού αποφασίσουμε να αναγεννηθούμε πνευματικά, όταν από αδιάφοροι θεατές γίνουμε γνήσιοι μαθητές του Χριστού.